αποκλητος

αποκλητος
    ἀπόκλητος
    ἀπό-κλητος
    2
    призванный, избранный
    

οἱ ἀποκλητοι Polyb. — апоклеты (члены высшего совета у этолян)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "αποκλητος" в других словарях:

  • απόκλητος — ἀπόκλητος, ον (Α) [αποκαλώ] (το αρσ. στον πληθ. ως ουσ.) οἱ Ἀπόκλητοι τα μέλη του αιρετού συνεδρίου των Αιτωλών …   Dictionary of Greek

  • ἀπόκλητος — called masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπόκλητον — ἀπόκλητος called masc/fem acc sg ἀπόκλητος called neut nom/voc/acc sg ἀ̱πόκλητον , ἀποκλάω break off imperf ind act 2nd dual (doric aeolic) ἀποκλάω break off pres imperat act 2nd dual ἀποκλάω break off pres ind act 3rd dual ἀποκλάω break off pres …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλήτοις — ἀπόκλητος called masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλήτους — ἀπόκλητος called masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκλήτων — ἀπόκλητος called masc/fem/neut gen pl ἀποκλάω break off pres imperat act 3rd pl (doric) ἀποκλάω break off pres imperat act 3rd dual (doric) ἀποκλάω break off pres imperat act 3rd pl (epic doric ionic aeolic) ἀποκλάω break off pres imperat act 3rd …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπόκλητοι — ἀπόκλητος called masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»